Τίλια Τεπέ

Afghanistan / Jawzjan / Shibarghan /
 λόφος, ιστορικό, αρχαιολογικός χώρος

Το Τίλια Τεπέ ή Τιλιά Τεπέ ή Τίλλια Τεπέ ή Τίλλυα Τεπέ (αγγλικά: Tilia Tepe Tomb, Tillya tepe, Tillia tepe, Tillā tapa, περσικά: طلا تپه) ή κυριολεκτικά "Golden Hill" ή "Golden Mound", που σημαίνει: ο «Χρυσός Τύμβος» ή «Χρυσός Λόφος»), ή Νεκρόπολη της Τίλια Τεπέ είναι ένας αρχαιολογικός χώρος που ήταν μέρος της αρχαίας περιοχής Βακτριανή και που σήμερα βρίσκεται στην Τζοουζτζάν (περιοχή), στο βόρειο Αφγανιστάν κοντά στην πόλη Σιμπεργκχάν -για την ακρίβεια βρίσκεται ανάμεσα στις πόλεις Άκχα (αγγλικά: Aqcha πρώην Akcha) και Σιμπεργκχάν (αγγλικά: Sheberghan)- και κοντά στα σύνορα με την πρώην Σοβιετική Ένωση, (σήμερα η ευρύτερη περιοχή αυτή συνορεύει με τις χώρες Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν), που εξερευνήθηκε το 1979 από μια σοβιετική τότε αποστολή αρχαιολόγων στο Αφγανιστάν, στην οποία επικεφαλής ήταν ο Ρώσος, ελληνικής καταγωγής, Βίκτωρ Σαριγιαννίδης, ένα χρόνο πριν από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν (ο πόλεμος που ακολούθησε ονομάσθηκε Σοβιετικός πόλεμος στο Αφγανιστάν).


Ο αρχαιολογικός θησαυρός του Τίλια Τεπέ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αρχαιολογικός θησαυρός που ανακαλύφθηκε στο Τίλια Τεπέ είναι μια συλλογή που περιλαμβάνει περίπου 20.000 χρυσά κτερίσματα και στολίδια που βρέθηκαν σε έξι τάφους (πέντε γυναικών και ενός άνδρα), με εξαιρετικά πλούσια κοσμήματα, που χρονολογείται ανάμεσα στον 1ο αιώνα π.Χ. και στον 1ο αιώνα μ.Χ. από Έλληνες αρχαιολόγους, όπως ο Μανόλης Ανδρόνικος, οι τάφοι αυτοί θεωρήθηκαν ως βασιλικοί και ονομάσθηκαν Βασιλικοί τάφοι στη Βακτριανή. Συνολικά από τις ανασκαφές ανακτήθηκαν αρκετές χιλιάδες κομμάτια από κοσμήματα, συνήθως κατασκευασμένα από υλικά, όπως: ο χρυσός, τιρκουάζ και/ή λάπις λάζουλι. Στα ευρήματα περιλαμβάνονται επίσης νομίσματα, περιδέραια με πολύτιμους λίθους, ζώνες, μετάλλια και στέμματα-κορώνες. Έχει ήδη προγραμματιστεί η κατασκευή ενός νέου μουσείου στην πρωτεύουσα του Αφγανιστάν, την Καμπούλ, όπου τελικά ο χρυσός αυτός θησαυρός της Βακτριανής, όπως και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα, θα εκτίθενται εκεί μόνιμα.
Η βαριά οχυρωμένη πόλη της Γιεμσχί Τεπέ (αγγλικά: Yemshi-Tepe), μόλις πέντε χιλιόμετρα βορειοανατολικά της σύγχρονης Σιμπεργκχάν (αγγλικά: Sheberghan) στο δρόμο προς Άκχα (αγγλικά: Akcha), απέχει μόνο μισό χιλιόμετρο από την τώρα, πλέον διάσημη, Νεκρόπολη της Τιλλιά-Τεπέ.
Χρονολογίες και ιστορικό πλαίσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρκετά νομίσματα που ανεβρέθηκαν στις ανασκαφές χρονολογούνται μέχρι και τις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ., (καμία χρονολογία αρχαιολογικού αντικειμένου δεν έχει βρεθεί αργότερα), γεγονός που υποδηλώνει ως πιθανό χρόνο της ταφής τον 1ο αιώνα μ.Χ.. Η ταφή θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε Σκύθες ή Πάρθους ή άλλες φυλές της ευρύτερης περιοχής, που ήταν η Παρθία ή μπορεί να αντιστοιχεί στην εξαφανισμένη τοπική φυλή και εν συνεχεία και βασιλική δυναστεία των Γιουέζχι, (αγγλικά: Yuezhi) συγγενική ή ταυτιζόμενη με τη φυλή, που ήταν γνωστότερη ως: οι Τοχάριοι (αγγλικά: Tocharians ή Tokharians). Η περίοδος αυτή αντιστοιχεί επίσης μετά τις κατακτήσεις όλων των άλλων ηγετών - εξουσιαστών που ήταν επικεφαλής, δηλαδή «ξίχου» (αγγλικά: xihou) ή «πρίγκιπες» στη Δαξία ή Ντα Ξια (αρχαία ελληνικά: Βακτρία ή Βακτριανή, η ελληνιστική απόδοση της παλαιάς περσικής: Bāxtriš, στα ελαμιτικά: ba-ak-ši-iš, περσικά και παστούν: باختر Bākhtar ή Pākhtar; τατζικικά: Бохтар, κινεζικά: 大夏, Pinyin: Dàxià, αγγλικά: Daxia, Ta-Hsia, ή Ta-Hia), που ήταν το όνομα που είχε δοθεί στην περιοχή Βακτρία από την κινεζική Δυναστεία Χαν ή τη φυλή των Κινέζων Χαν (αγγλικά: Han Chinese, απλή κινεζική: 族 ή 人, παραδοσιακά Κινέζικα: 漢族 ή 漢人, pinyin: hànzú or hànrén) υπό την ηγεμονία που είχε στην περιοχή ο Κουζουλός Καδφίσης (αγγλικά: Kujula Kadphises, γλώσσα Kushan: Κοζουλου Καδφιζου, επίσης: Κοζολα Καδαφες, Pali: Kujula Kasasa, αρχαία κινεζικά:丘就卻, Qiujiuque), που βασίλεψε μεταξύ του 30 – 80 μ.Χ. και ήταν ο πρίγκιπας της φυλής και δυναστείας των Κουσάν (αγγλικά: Kushan), ο οποίος ένωσε την φυλή των Γιουέζχι κατά τη διάρκεια του 1ου αιώνα μ.Χ. και έγινε ο πρώτος αυτοκράτορας στην Αυτοκρατορία του Κουσάν. Ο Κουζουλός Καδφίσης διαδέχθηκε στην μεν μία περιοχή, αυτή της φυλής των Κουσάν, έναν από τους πέντε ηγέτες τους, που ήταν ο Ηραίος (αγγλικά: Heraios ή Heraus, Heraos, Miaos), στην άλλη περιοχή που ήταν το Ινδοπαρθιανό Βασίλειο (αγγλικά: Indo-Parthian Kingdom) συνέχισε την εξουσία που πριν είχε ο Γονδόφαρις Α’ ή Γονδόφαρης (αγγλικά: Gondophares I). Πρωτεύουσα του αυτοκράτορα Κοζουλου Καδφιζου, ή Κοζολα Καδαφες, ήταν η Αλεξάνδρεια στον Καύκασο ή Αλεξάνδρεια η του Καυκάσου ή Αλεξάνδρεια η εν Παροπαμισσάδαις ή Αλεξάνδρεια η εν Παροπαμισάδες. Η Αλεξάνδρεια αυτή βέβαια είχε γίνει προγενέστερα πρωτεύουσα στο Ελληνοϊνδικό Βασίλειο από τους Ευκρατίδες, όταν αυτοί εκδιώχθηκαν από τη Βακτρία ή Βακτριανή από τους Γιουέζχι (αγγλικά: Yuezhi) το 140 π.Χ.. Η Αλεξάνδρεια η εν Παροπαμισσάδαις έγινε επίσης η πρωτεύουσα στην Αυτοκρατορία του Κουσάν κατά τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ενώ αρκετά αργότερα με την έναρξη της ισλαμικής περιόδου του Αφγανιστάν ή κατά τον Μεσαίωνα σταδιακά μετονομάσθηκε σε Καπίσα - Μπαγκράμ.
Ένα ασημένιο νόμισμα από τη εποχή που ήταν βασιλιάς ο Μιθριδάτης Β΄ της Παρθίας (αγγλικά: Mithridates II of Parthia ή Mithridates II the Great, περσικά: مهرداد دوم بزرگ‎) (βασίλευσε από 124/3 π.Χ. έως 88 π.Χ.) βρέθηκε, κατά την ανασκαφή, στο χέρι της σωρού της γυναίκας του Τάφου ΙΙΙ.
Αρχαιολογικά ευρήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια απομίμηση χρυσού νομίσματος που έκοψε ο Γοτάρζης Α’ της Παρθίας (αγγλικά: Gotarzes I of Parthia, περσικά: گودرز يکم‎) (βασίλεψε από 95 έως 90 π.Χ.) ο οποίος ήταν ο διάδοχος της θέσης που είχε πριν ο Μιθριδάτης Β΄ της Παρθίας, βρέθηκε το αριστερό χέρι της σωρού της γυναίκας στον Τάφο VI. Το γεγονός ότι αυτό το νόμισμα είναι επίσης χρυσό και δεν ήταν αργυρό ή χάλκινο, όπως είναι συνήθως η περίπτωση για τα αντίγραφα - απομιμήσεις νομισμάτων της Παρθίας, υποδεικνύει ότι πιθανόν αυτή η μίμηση να έγινε για λόγους γοήτρου.
Ένα χρυσό νόμισμα βρέθηκε επίσης στον Τάφο ΙΙΙ, που δείχνει, σε προφίλ με στεφάνι, την προτομή που είχε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τιβέριος. Στην πίσω πλευρά απεικονίζεται ένθρονη και πολυτελώς ενδεδυμένη γυναικεία μορφή που κρατάει σκήπτρο. Νομίσματα αυτού του τύπου κόπηκαν στην πόλη της Λυών (λατινικά: Colonia Copia Claudia Augusta Lugdunum, αρχαία γαλλικά: Lugdunum) στη Γαλατία, μεταξύ του 16 μ.Χ. και του 21μ.Χ. [1]


Η νεκρόπολη Τίλια Τεπέ βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της περιοχής όπου ήταν η αρχαία Βακτρία
Βουδιστικής περιόδου, χρυσό νόμισμα από την Ινδία βρέθηκε επίσης στον Τάφο IV (όπου ήταν θαμμένος ο άνδρας πολεμιστής). Στην πίσω πλευρά του νομίσματος, απεικονίζεται ένα λιοντάρι με ένα σύμβολο Ναντιπάντα (ο «τρίανθος» ή «πολύτιμη τριάδα» ή τριπλό κόσμημα, αγγλικά: Three Jewels, Three Treasures, Three Refuges, Precious Triad, ή Triple Gem, ινδικά: nandipada, त्रिरत्न, triratna, Pali: tiratana), με τον θρύλο – μύθο του αρχαίου ινδικού κειμένου Καρόσθι (αγγλικά: Kharoshthi) για το «Το λιοντάρι που διέλυσε το φόβο». Στην εμπρόσθια όψη του νομίσματος, υπάρχει σχεδόν γυμνός άνδρας φορώντας μόνο μια ελληνιστική χλαμύδα και ένα καπέλο (petasus) και η εικονογραφία αυτή δείχνει παρόμοια με αυτή που συνήθως είχε ο Ερμής (λατινικά: Mercury) να ρίχνει μια ρόδα. Ο θρύλος στην Καρόσθι αναγιγνώσκεται ως "Dharmacakrapravata[ko]", (δηλαδή: «Αυτός που γύρισε τον Τροχό του Νόμου»). Έχει προταθεί από τους ερευνητές ότι η εμφάνιση αυτή μπορεί να είναι μια πρώιμη αναπαράσταση στην οποία απεικονίζεται ο Ζωροάστρης. [2]
Τέλος, ένα πολύ φθαρμένο νόμισμα έχει αναγνωριστεί ότι ανήκε στον ηγέτη των Γιουέζχι και ενός από τους ηγέτες του λαού των Κουσάν (λίγο πριν την δημιουργία του βασιλείου του Κουσάν, γνωστότερο και ως Αυτοκρατορία του Κουσάν) που ήταν ο Ηραίος, όπως προαναφέρθηκε και ανωτέρω.
Η περιοχή του Τίλια Τεπέ θεωρείται ότι ανήκε στους Σάκες (αρχαία ελληνικά: Σάκαι, Σακάς, λατινικά: Sacae αγγλικά Saka, παλαιά περσικά: Sakā, σανσκριτικά: शाक Śāka, παλαιά κινέζικα: Sək), που ήταν Σκύθες της Ασίας, και που πιθανόν αργότερα μετανάστευσαν προς την Ινδία, όπου έγιναν γνωστότεροι ως Ινδο-Σκύθες, αν και ορισμένοι προτείνουν την φυλή των Γιουέζχι (και εν συνεχεία φυλή των Κουσάν) ή ότι ήταν μέρος της ανατολικής περιοχής στην Παρθία ως εναλλακτική λύση.


Η αυτοκρατορία των Παρθών (με κόκκινο χρώμα).
Πάντως πολλά από τα εκθέματα είναι σε μεγάλο βαθμό συγγενή με άλλα πρωτότυπα σκυθικής προέλευσης, όπως το βασιλικό στέμμα ή διάφορα διακοσμημένα μαχαίρια που ανακαλύφθηκαν στους τάφους. Αρκετές από τις σωρούς βρέθηκαν με μια τελετουργικά διαμορφωμένη παραμόρφωση στο κρανίο, που ήταν μια συνήθης και καλά τεκμηριωμένη πλέον σήμερα, πρακτική την οποία είχαν οι νομάδες της Κεντρικής Ασίας της περιόδου εκείνης.
Κοντινές πόλεις:
Συντεταγμένες:   36°41'40"N   65°47'22"E
  •  114 χλμ
  •  247 χλμ
  •  336 χλμ
  •  347 χλμ
  •  364 χλμ
  •  370 χλμ
  •  391 χλμ
  •  519 χλμ
  •  578 χλμ
  •  704 χλμ
Το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε τελευταία 10 έτη πριν